Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰολίας
Αἰολίδας
Αἰολίδης
αἰολίζω
Αἰολίη
Αἰολικός
Αἰολίς
αἰόλισμα
αἰολιστί
Αἰολίων
αἰόλλω
αἰολόβουλος
αἰολοβρέντας
αἰολοβρόντης
αἰολόδακρυς
αἰολοδείκτης
αἰολόδειρος
αἰολόδωρος
αἰολοθώρηξ
αἰολόμητις
αἰολομίτρης
View word page
αἰόλλω
to shift rapidly to and fro
ShortDef
to shift rapidly to and fro
Debugging
Headword:
αἰόλλω
Headword (normalized):
αἰόλλω
Headword (normalized/stripped):
αιολλω
IDX:
2247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2248
Key:
Data
{'content': 'to shift rapidly to and fro'}