Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίβουλος
δίβραχυς
δίβροχος
δίγαμμα
δίγαμος
διγενής
δίγληνος
δίγλωσσος
δίγνωμος
διγομία
διγόνατος
διγονία
δίγονος
δίγυιος
διγωνία
δίδαγμα
διδακτέον
διδακτέος
διδακτήρ
διδακτήριος
διδακτικός
View word page
διγόνατος
with two joints

ShortDef

with two joints

Debugging

Headword:
διγόνατος
Headword (normalized):
διγόνατος
Headword (normalized/stripped):
διγονατος
IDX:
22450
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22451
Key:

Data

{'content': 'with two joints'}