Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάχρυσος
διαχυλόομαι
διάχυλος
διάχυσις
διαχυτικός
διαχυτλάζω
διάχυτον
διαχωλεύω
διάχωμα
διαχωρέω
διαχώρημα
διαχώρησις
διαχωρητικός
διαχωρίζω
διαχώρισις
διαχώρισμα
διαχωριστής
διάχωροι
διάχωσις
διαψαθάλλω
διαψαίρω
View word page
διαχώρημα
excrement

ShortDef

excrement

Debugging

Headword:
διαχώρημα
Headword (normalized):
διαχώρημα
Headword (normalized/stripped):
διαχωρημα
IDX:
22397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22398
Key:

Data

{'content': 'excrement'}