Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαχράομαι
διάχρισις
διάχρισμα
διαχριστέον
διάχριστος
διαχρίω
διάχρυσος
διαχυλόομαι
διάχυλος
διάχυσις
διαχυτικός
διαχυτλάζω
διάχυτον
διαχωλεύω
διάχωμα
διαχωρέω
διαχώρημα
διαχώρησις
διαχωρητικός
διαχωρίζω
διαχώρισις
View word page
διαχυτικός
able to dissolve

ShortDef

able to dissolve

Debugging

Headword:
διαχυτικός
Headword (normalized):
διαχυτικός
Headword (normalized/stripped):
διαχυτικος
IDX:
22391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22392
Key:

Data

{'content': 'able to dissolve'}