Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαφορητικός
διαφόρητος
διάφορος
διαφορότης
διάφραγμα
διαφραγμάτιον
διαφράγνυμι
διαφραδής
διαφράζω
διαφρακτέον
διάφραξις
διαφράσσω
διαφρέω
διαφρονέω
διαφροντίζω
διαφρος
διαφρουρέω
διαφρύγω
διάφρυκτος
διαφυγή
διαφυή
View word page
διάφραξις
midriff
ShortDef
midriff
Debugging
Headword:
διάφραξις
Headword (normalized):
διάφραξις
Headword (normalized/stripped):
διαφραξις
IDX:
22332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22333
Key:
Data
{'content': 'midriff'}