Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαυλωνίζω
διαυλωνισμός
διαυξάνω
διαυχενίζομαι
διαυχένιος
διαφαγεῖν
διαφάδην
διαφαίνομαι
διαφαίνω
διαφαιρέω
διαφάνεια
διαφανής
διαφαρμακεύω
διάφαρος
διάφασις
διαφαυλίζω
διάφαυμα
διάφαυσις
διαφαύσκω
διαφεγγής
διαφερόντως
View word page
διαφάνεια
transparency
ShortDef
transparency
Debugging
Headword:
διαφάνεια
Headword (normalized):
διαφάνεια
Headword (normalized/stripped):
διαφανεια
IDX:
22282
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22283
Key:
Data
{'content': 'transparency'}