Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυπάω
διατρώγω
διαττάω
διάττησις
δίαττος
διατυγχάνω
διατυλίσσω
διάτυλος
διατυπόω
διατύπωσις
διατυπωτέον
διατυπωτικός
διατύφω
διατωθάζω
διαυγάζω
διαυγασμός
διαύγεια
διαυγέω
διαυγής
View word page
διατυπόω
to form perfectly

ShortDef

to form perfectly

Debugging

Headword:
διατυπόω
Headword (normalized):
διατυπόω
Headword (normalized/stripped):
διατυποω
IDX:
22248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22249
Key:

Data

{'content': 'to form perfectly'}