Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάτριμμα
διατριπτέον
διατριπτέος
διατριπτικός
διατριτάριος
διάτριτος
διάτριχα
διάτριψις
διατροπή
διάτροπος
διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυπάω
διατρώγω
διαττάω
διάττησις
δίαττος
διατυγχάνω
διατυλίσσω
διάτυλος
View word page
διατροφή
sustenance, support

ShortDef

sustenance, support

Debugging

Headword:
διατροφή
Headword (normalized):
διατροφή
Headword (normalized/stripped):
διατροφη
IDX:
22237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22238
Key:

Data

{'content': 'sustenance, support'}