Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διατρίζω
διάτριμμα
διατριπτέον
διατριπτέος
διατριπτικός
διατριτάριος
διάτριτος
διάτριχα
διάτριψις
διατροπή
διάτροπος
διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυπάω
διατρώγω
διαττάω
διάττησις
δίαττος
διατυγχάνω
διατυλίσσω
View word page
διάτροπος
various in dispositions

ShortDef

various in dispositions

Debugging

Headword:
διάτροπος
Headword (normalized):
διάτροπος
Headword (normalized/stripped):
διατροπος
IDX:
22236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22237
Key:

Data

{'content': 'various in dispositions'}