Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διάτρητος
διατριβή
διατριβικός
διατρίβω
διατρίζω
διάτριμμα
διατριπτέον
διατριπτέος
διατριπτικός
διατριτάριος
διάτριτος
διάτριχα
διάτριψις
διατροπή
διάτροπος
διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυπάω
διατρώγω
διαττάω
View word page
διάτριτος
tertian
ShortDef
tertian
Debugging
Headword:
διάτριτος
Headword (normalized):
διάτριτος
Headword (normalized/stripped):
διατριτος
IDX:
22232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22233
Key:
Data
{'content': 'tertian'}