Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰνοπαθής
Αἰνόπαρις
αἰνοπάτηρ
αἰνοπέλωρος
αἰνοπλήξ
αἰνοποιέω
αἶνος
Αἶνος
αἰνός
ἄϊνος
αἰνοτάλας
αἰνοτίταν
αἰνότλητος
αἰνοτόκεια
αἰνοτόκος
αἰνοτύραννος
αἰνόφυτα
αἴνυμαι
αἵνω
αἴξ
ἄϊξ
View word page
αἰνοτάλας
most miserable

ShortDef

most miserable

Debugging

Headword:
αἰνοτάλας
Headword (normalized):
αἰνοτάλας
Headword (normalized/stripped):
αινοταλας
IDX:
2221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2222
Key:

Data

{'content': 'most miserable'}