Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διατόναιον
διατονόομαι
διάτονος
διατοξεία
διατοξεύσιμος
διατοξεύω
διατόρευμα
διατορεύω
διατορέω
διατορία
διατορνεύω
διάτορος
διατρανόω
διατρανῶς
διατραχηλίζομαι
διατραχύνω
διατρεμέω
διατρεπτικός
διατρέπω
διατρέφω
διατρέχω
View word page
διατορνεύω
round off

ShortDef

round off

Debugging

Headword:
διατορνεύω
Headword (normalized):
διατορνεύω
Headword (normalized/stripped):
διατορνευω
IDX:
22207
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22208
Key:

Data

{'content': 'round off'}