Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάτηξις
διατηρέω
διατήρησις
διατηρητέον
διατηρητικός
διατίθημι
διατιλάω
διατίλλω
διάτιλμα
διατιμάω
διατίμησις
διατιμητής
διατινάσσω
διατινθαλέος
διατίτρημι
διατιτρώσκω
διατλῆναι
διατμέω
διατμήγω
διάτμημα
διατμητέον
View word page
διατίμησις
valuation

ShortDef

valuation

Debugging

Headword:
διατίμησις
Headword (normalized):
διατίμησις
Headword (normalized/stripped):
διατιμησις
IDX:
22183
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22184
Key:

Data

{'content': 'valuation'}