Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διατενής
διατέρπομαι
διατεταμένως
διατετηρημένως
διατετραίνω
διατήκω
διάτηξις
διατηρέω
διατήρησις
διατηρητέον
διατηρητικός
διατίθημι
διατιλάω
διατίλλω
διάτιλμα
διατιμάω
διατίμησις
διατιμητής
διατινάσσω
διατινθαλέος
διατίτρημι
View word page
διατηρητικός
disposed for keeping

ShortDef

disposed for keeping

Debugging

Headword:
διατηρητικός
Headword (normalized):
διατηρητικός
Headword (normalized/stripped):
διατηρητικος
IDX:
22177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22178
Key:

Data

{'content': 'disposed for keeping'}