Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διασωματίζω
διασωπάω
διασωστέον
διασωστής
διασωστικός
διασώχω
διαταγεύω
διαταγή
διάταγμα
διαταγματικός
διάτακτα
διατακτέον
διατακτέω
διατάκτης
διατακτικός
διαταλαντόομαι
διαταμιεύω
διαταξίαρχος
διάταξις
διαταράσσω
διαταραχή
View word page
διάτακτα
miscellaneous treatises

ShortDef

miscellaneous treatises

Debugging

Headword:
διάτακτα
Headword (normalized):
διάτακτα
Headword (normalized/stripped):
διατακτα
IDX:
22141
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22142
Key:

Data

{'content': 'miscellaneous treatises'}