Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διάστρεμμα
διαστρέφω
διαστροβέω
διαστροφή
διάστροφος
διάστρωμα
διαστρώννυμι
διαστυγνάζω
διαστύλιον
διάστυλος
διαστυλόω
διαστύρακοι
διαστύφομαι
διασυγχέω
διασυνίστημι
διασυντρέχω
διασυρίζω
διασυρμός
διάσυρσις
διασυρτέον
διασύρτης
View word page
διαστυλόω
support by pillars set at intervals
ShortDef
support by pillars set at intervals
Debugging
Headword:
διαστυλόω
Headword (normalized):
διαστυλόω
Headword (normalized/stripped):
διαστυλοω
IDX:
22087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22088
Key:
Data
{'content': 'support by pillars set at intervals'}