Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διασκηνόω
διασκηρίπτω
διασκιρτάω
διασκοπέω
διασκοπιάομαι
διασκορπίζω
διασκόρπισις
διασκορπισμός
διασκορπιστικός
διασκώπτω
δίασμα
διασμάω
διασμήχω
διασμιλεύω
διάσμυρνον
διασμύχομαι
διασοβέω
διασόβησις
διασοφίζομαι
διάσοφος
διασπαθάω
View word page
δίασμα
warp
ShortDef
warp
Debugging
Headword:
δίασμα
Headword (normalized):
δίασμα
Headword (normalized/stripped):
διασμα
IDX:
22008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22009
Key:
Data
{'content': 'warp'}