Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διασκευωρέω
διάσκεψις
διασκέω
διασκηνέω
διασκηνητέον
διασκηνίπτω
διασκηνόω
διασκηρίπτω
διασκιρτάω
διασκοπέω
διασκοπιάομαι
διασκορπίζω
διασκόρπισις
διασκορπισμός
διασκορπιστικός
διασκώπτω
δίασμα
διασμάω
διασμήχω
διασμιλεύω
διάσμυρνον
View word page
διασκοπιάομαι
watch as from a σκοπιά

ShortDef

watch as from a σκοπιά

Debugging

Headword:
διασκοπιάομαι
Headword (normalized):
διασκοπιάομαι
Headword (normalized/stripped):
διασκοπιαομαι
IDX:
22002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22003
Key:

Data

{'content': 'watch as from a σκοπιά'}