Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Αἰνόβαρβος
αἰνοβίας
αἰνόγαμος
αἰνογένεθλος
αἰνογένειος
αἰνογίγας
αἰνογόνος
αἰνοδότειραι
αἰνόδρυπτος
αἰνοδρυφής
Αἰνόθεν
αἰνόθεν
αἰνόθρυπτος
αἰνολαμπής
αἰνόλεκτρος
αἰνολέτης
αἰνολέων
αἰνόλινος
αἰνολόγος
αἰνόλυκος
αἰνομανής
View word page
Αἰνόθεν
from Aenus

ShortDef

from Aenus
from horror to horror, right horribly

Debugging

Headword:
Αἰνόθεν
Headword (normalized):
αἰνόθεν
Headword (normalized/stripped):
αινοθεν
IDX:
2199
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2200
Key:

Data

{'content': 'from Aenus'}