Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀάζω
ἀακίδωτος
ἄανθα
ἄαπτος
Ἀαρών
ἄας
ἀασιφρονία
ἀασμός
ἀατήρ
ἄατος
ἄατος2
ἀάω
ἄβαγνα
ἀβαθής
ἄβαθρος
Ἄβαι
ἀβακέω
ἀβακής
ἀβάκιον
ἀβακίσκος
ἀβακοειδής
View word page
ἄατος2
[only Q.S.] > ἄητος

ShortDef

insatiate
[only Q.S.] > ἄητος

Debugging

Headword:
ἄατος2
Headword (normalized):
ἄατος
Headword (normalized/stripped):
αατος2
IDX:
21
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-22
Key:

Data

{'content': '[only Q.S.] > ἄητος'}