Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διασεύομαι
διασήθω
διασηκόω
διασημαίνω
διασημασία
διασημειόομαι
διάσημος
διασήπω
διασθενέω
Διάσια
διασίζω
διασιλλαίνω
διασιωπάω
διασκαίρω
διασκάλλω
διασκάλων
διασκανδικίζω
διασκάπτω
διασκαριφάομαι
διασκατόομαι
διασκεδάζω
View word page
διασίζω
to hiss
ShortDef
to hiss
Debugging
Headword:
διασίζω
Headword (normalized):
διασίζω
Headword (normalized/stripped):
διασιζω
IDX:
21966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21967
Key:
Data
{'content': 'to hiss'}