Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαρροθέω
διάρροια
διαρροιζέω
διαρροΐζομαι
διαρροϊκός
διαρρομβέομαι
διάρρομβος
διάρρους
διαρρύδαν
διαρρυθμίζω
διαρρυμβονάω
διαρρύομαι
διαρρυπτικός
διαρρύπτω
διάρρυτος
διαρρωγή
διαρρώξ
δίαρσις
διαρταβία
διάρταβος
διαρτάζω
View word page
διαρρυμβονάω
scatter, dissipate

ShortDef

scatter, dissipate

Debugging

Headword:
διαρρυμβονάω
Headword (normalized):
διαρρυμβονάω
Headword (normalized/stripped):
διαρρυμβοναω
IDX:
21921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21922
Key:

Data

{'content': 'scatter, dissipate'}