Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαρρέω
διάρρηγμα
διαρρήγνυμι
διαρρήδην
διαρρήκτης
διάρρηξις
διάρρησις
διαρρικνόομαι
διάρριμμα
διαρρινάω
διαρρίνησις
διαρριπίζω
διαρρίπτω
διαρριφή
διάρριψις
διάρροδος
διαρροή
διαρροθέω
διάρροια
διαρροιζέω
διαρροΐζομαι
View word page
διαρρίνησις
filing through, perforation

ShortDef

filing through, perforation

Debugging

Headword:
διαρρίνησις
Headword (normalized):
διαρρίνησις
Headword (normalized/stripped):
διαρρινησις
IDX:
21904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21905
Key:

Data

{'content': 'filing through, perforation'}