Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαρνέομαι
διαρόγχαι
διάρουρον
διαρόω
διαρπαγή
διαρπάζω
διαρραγή
διαρραίνω
διαρραίω
διάρραμμα
διαρραπίζω
διαρραπτέον
διαρράπτω
διαρραφή
διαρραχίζω
διαρρέμβομαι
διαρρέπω
διαρρέω
διάρρηγμα
διαρρήγνυμι
διαρρήδην
View word page
διαρραπίζω
cuff soundly

ShortDef

cuff soundly

Debugging

Headword:
διαρραπίζω
Headword (normalized):
διαρραπίζω
Headword (normalized/stripped):
διαρραπιζω
IDX:
21887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21888
Key:

Data

{'content': 'cuff soundly'}