Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἴνιγμα
αἰνιγματικός
αἰνιγματιστής
αἰνιγματοποιός
αἰνιγματώδης
αἰνιγμός
αἰνίζομαι
αἰνικτήρ
αἰνικτήριος
αἰνικτής
αἰνικτός
αἴνιξις
Αἴνιος
αἰνίσσομαι
αἰνοβάκχευτος
Αἰνόβαρβος
αἰνοβίας
αἰνόγαμος
αἰνογένεθλος
αἰνογένειος
αἰνογίγας
View word page
αἰνικτός
expressed in riddles, riddling

ShortDef

expressed in riddles, riddling

Debugging

Headword:
αἰνικτός
Headword (normalized):
αἰνικτός
Headword (normalized/stripped):
αινικτος
IDX:
2184
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2185
Key:

Data

{'content': 'expressed in riddles, riddling'}