Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαπυητικός
διαπυΐσκομαι
διαπυκτεύω
διαπύλιον
διαπυνθάνομαι
διάπυος
διαπυόω
διαπυριάομαι
διαπυρίζω
διαπύρινα
διαπυρόομαι
διάπυρος
διαπυρπαλαμάω
διάπυρρος
διαπυρσεύω
διαπύρωσις
διάπυστος
διαπυτίζω
διαπωλέω
διαπωρόομαι
διαράομαι
View word page
διαπυρόομαι
set on fire

ShortDef

set on fire

Debugging

Headword:
διαπυρόομαι
Headword (normalized):
διαπυρόομαι
Headword (normalized/stripped):
διαπυροομαι
IDX:
21846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21847
Key:

Data

{'content': 'set on fire'}