Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάπτωμα
διάπτωσις
διαπυέω
διαπύημα
διαπύησις
διαπυητικός
διαπυΐσκομαι
διαπυκτεύω
διαπύλιον
διαπυνθάνομαι
διάπυος
διαπυόω
διαπυριάομαι
διαπυρίζω
διαπύρινα
διαπυρόομαι
διάπυρος
διαπυρπαλαμάω
διάπυρρος
διαπυρσεύω
διαπύρωσις
View word page
διάπυος
suppurating

ShortDef

suppurating

Debugging

Headword:
διάπυος
Headword (normalized):
διάπυος
Headword (normalized/stripped):
διαπυος
IDX:
21841
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21842
Key:

Data

{'content': 'suppurating'}