Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαπτοιέω
διάπτυξις
διαπτύσσω
διαπτυχή
διαπτύω
διάπτωμα
διάπτωσις
διαπυέω
διαπύημα
διαπύησις
διαπυητικός
διαπυΐσκομαι
διαπυκτεύω
διαπύλιον
διαπυνθάνομαι
διάπυος
διαπυόω
διαπυριάομαι
διαπυρίζω
διαπύρινα
διαπυρόομαι
View word page
διαπυητικός
promoting suppuration

ShortDef

promoting suppuration

Debugging

Headword:
διαπυητικός
Headword (normalized):
διαπυητικός
Headword (normalized/stripped):
διαπυητικος
IDX:
21836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21837
Key:

Data

{'content': 'promoting suppuration'}