Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαπόρφυρος
διαποστέλλω
διαποστολή
διαποσῴζω
διαπραγματεύομαι
διαπρακτέος
διαπρακτικός
διάπραξις
διάπρασις
διαπράσσω
διαπραΰνω
διαπρέπεια
διαπρεπής
διαπρεπόντως
διαπρέπω
διαπρεσβεία
διαπρεσβεύομαι
διαπρέσβευσις
διαπρήσσω
διάπριστος
διαπρίω
View word page
διαπραΰνω
soothe

ShortDef

soothe

Debugging

Headword:
διαπραΰνω
Headword (normalized):
διαπραΰνω
Headword (normalized/stripped):
διαπραυνω
IDX:
21803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21804
Key:

Data

{'content': 'soothe'}