Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰνέω
αἴνη
Αἰνησίας
αἰνητός
Αἰνιάν
αἴνιγμα
αἰνιγματικός
αἰνιγματιστής
αἰνιγματοποιός
αἰνιγματώδης
αἰνιγμός
αἰνίζομαι
αἰνικτήρ
αἰνικτήριος
αἰνικτής
αἰνικτός
αἴνιξις
Αἴνιος
αἰνίσσομαι
αἰνοβάκχευτος
Αἰνόβαρβος
View word page
αἰνιγμός
a riddle

ShortDef

a riddle

Debugging

Headword:
αἰνιγμός
Headword (normalized):
αἰνιγμός
Headword (normalized/stripped):
αινιγμος
IDX:
2179
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2180
Key:

Data

{'content': 'a riddle'}