Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαποιέω
διαποικίλλω
διαποίκιλος
διαποιμαίνω
διαπολεμέω
διαπολέμησις
διαπολιορκέω
διαπολιτεία
διαπολιτεύομαι
διαπολιτευτής
διαπόλλυμι
διαπομπεύω
διαπομπή
διαπόμπιμος
διαπονέω
διαπόνημα
διαπονηρεύομαι
διαπόνησις
διαπονητότατα
διάπονος
διαπόντιος
View word page
διαπόλλυμι
destroy utterly

ShortDef

destroy utterly

Debugging

Headword:
διαπόλλυμι
Headword (normalized):
διαπόλλυμι
Headword (normalized/stripped):
διαπολλυμι
IDX:
21767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21768
Key:

Data

{'content': 'destroy utterly'}