Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διάπλοος
διαπλόω
διάπνευμα
διάπνευσις
διαπνευστικός
διαπνευστός
διαπνέω
διαπνοή
διάπνοια
διαποδίζω
διαποδισμός
διαποζεύγνυμαι
διαποθνῄσκω
διαποιέω
διαποικίλλω
διαποίκιλος
διαποιμαίνω
διαπολεμέω
διαπολέμησις
διαπολιορκέω
διαπολιτεία
View word page
διαποδισμός
jumping about

ShortDef

jumping about

Debugging

Headword:
διαποδισμός
Headword (normalized):
διαποδισμός
Headword (normalized/stripped):
διαποδισμος
IDX:
21754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21755
Key:

Data

{'content': 'jumping about'}