Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαπιπράσκω
διαπίπτω
διαπιστεύω
διαπιστέω
διαπίτναμι
διαπλανάω
διάπλασις
διάπλασμα
διαπλασμός
διαπλάσσω
διαπλαστικός
διαπλατύνω
διάπλεγμα
διαπλέκω
διαπλευρισμός
διαπλέω
διάπλεως
διαπληκτίζομαι
διαπληκτισμός
διαπλήσσω
διαπλίσσομαι
View word page
διαπλαστικός
formative

ShortDef

formative

Debugging

Headword:
διαπλαστικός
Headword (normalized):
διαπλαστικός
Headword (normalized/stripped):
διαπλαστικος
IDX:
21731
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21732
Key:

Data

{'content': 'formative'}