Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαξόος
διάξυλον
διαξυράομαι
διάξυσμα
διαξύω
διαπαγκρατιάζω
διαπαιγμός
διαπαιδαγωγέω
διαπαιδεύομαι
διαπαίζω
διαπαίκτης
διαπαλαίω
διαπάλη
διαπάλλω
διαπαλύνω
διαπαννυχίζω
διαπαννυχισμός
διαπαντάω
διαπαντός
διαπαπταίνω
διαπαραδίδωμι
View word page
διαπαίκτης
jester, deceiver

ShortDef

jester, deceiver

Debugging

Headword:
διαπαίκτης
Headword (normalized):
διαπαίκτης
Headword (normalized/stripped):
διαπαικτης
IDX:
21633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21634
Key:

Data

{'content': 'jester, deceiver'}