Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διανυστικῶς
διανύχιος
διανύω
διαξαίνω
διαξέω
διαξηραίνω
διάξηρος
διάξιμος
διαξιφίζομαι
διαξιφισμός
διαξόος
διάξυλον
διαξυράομαι
διάξυσμα
διαξύω
διαπαγκρατιάζω
διαπαιγμός
διαπαιδαγωγέω
διαπαιδεύομαι
διαπαίζω
διαπαίκτης
View word page
διαξόος
stone-dresser
ShortDef
stone-dresser
Debugging
Headword:
διαξόος
Headword (normalized):
διαξόος
Headword (normalized/stripped):
διαξοος
IDX:
21623
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21624
Key:
Data
{'content': 'stone-dresser'}