Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαντός
διανυκτερεύω
διάνυσις
διανυστέον
διανυστικῶς
διανύχιος
διανύω
διαξαίνω
διαξέω
διαξηραίνω
διάξηρος
διάξιμος
διαξιφίζομαι
διαξιφισμός
διαξόος
διάξυλον
διαξυράομαι
διάξυσμα
διαξύω
διαπαγκρατιάζω
διαπαιγμός
View word page
διάξηρος
quite dry
ShortDef
quite dry
Debugging
Headword:
διάξηρος
Headword (normalized):
διάξηρος
Headword (normalized/stripped):
διαξηρος
IDX:
21619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21620
Key:
Data
{'content': 'quite dry'}