Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δίανσις
δίαντα
διανταῖος
διανταίρω
διαντικός
διαντλέω
διαντλίζομαι
διαντός
διανυκτερεύω
διάνυσις
διανυστέον
διανυστικῶς
διανύχιος
διανύω
διαξαίνω
διαξέω
διαξηραίνω
διάξηρος
διάξιμος
διαξιφίζομαι
διαξιφισμός
View word page
διανυστέον
one must accomplish

ShortDef

one must accomplish

Debugging

Headword:
διανυστέον
Headword (normalized):
διανυστέον
Headword (normalized/stripped):
διανυστεον
IDX:
21612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21613
Key:

Data

{'content': 'one must accomplish'}