Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διανοικίζω
διάνοιξις
διανομεύς
διανομή
διανομοθετέω
διανοσέω
διανοσφίζω
δίανσις
δίαντα
διανταῖος
διανταίρω
διαντικός
διαντλέω
διαντλίζομαι
διαντός
διανυκτερεύω
διάνυσις
διανυστέον
διανυστικῶς
διανύχιος
διανύω
View word page
διανταίρω
make war against
ShortDef
make war against
Debugging
Headword:
διανταίρω
Headword (normalized):
διανταίρω
Headword (normalized/stripped):
διανταιρω
IDX:
21605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21606
Key:
Data
{'content': 'make war against'}