Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διανίσομαι
διανίσσομαι
διανίστημι
διάνιψις
διανοέομαι
διανόημα
διανόησις
διανοητέον
διανοητής
διανοητικός
διανοητός
διάνοια
διανοίγω
διανοικίζω
διάνοιξις
διανομεύς
διανομή
διανομοθετέω
διανοσέω
διανοσφίζω
δίανσις
View word page
διανοητός
that which is
ShortDef
that which is
Debugging
Headword:
διανοητός
Headword (normalized):
διανοητός
Headword (normalized/stripped):
διανοητος
IDX:
21592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21593
Key:
Data
{'content': 'that which is'}