Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διανεύω
διανέω
διανήθω
διάνημα
διάνηξις
διανηστεύω
διανηστισμός
διανήχομαι
διάνηψις
διανθέω
διανθής
διανθίζω
διανιάομαι
διανίζω
διανίημι
διανίσομαι
διανίσσομαι
διανίστημι
διάνιψις
διανοέομαι
διανόημα
View word page
διανθής
double-flowering

ShortDef

double-flowering

Debugging

Headword:
διανθής
Headword (normalized):
διανθής
Headword (normalized/stripped):
διανθης
IDX:
21577
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21578
Key:

Data

{'content': 'double-flowering'}