Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαναπνοή
διαναρκάω
διαναρμοστέω
διανάσσω
διανάστασις
διαναστατέον
διαναστρέφομαι
διαναυμαχέω
διαναψύχω
διανάω
διάνδιχα
διανδραγαθέω
διανέμησις
διανεμητέον
διανεμητέος
διανεμητής
διανεμητικός
διανεμόομαι
διανέμω
διανενοημένως
διανέομαι
View word page
διάνδιχα
two ways
ShortDef
two ways
Debugging
Headword:
διάνδιχα
Headword (normalized):
διάνδιχα
Headword (normalized/stripped):
διανδιχα
IDX:
21555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21556
Key:
Data
{'content': 'two ways'}