Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαμύσσω
διαμφιβάλλω
διαμφίδιος
διαμφίς
διαμφισβητέω
διαμφισβήτησις
διαμφοδέω
διαμφόδησις
διαμωκάομαι
διαμώκησις
διαμωλύω
διαναβάλλω
διαναβολή
διαναγιγνώσκω
διαναγκάζω
διανάγκασις
διαναγκασμός
διανάγω
διανακλάομαι
διανακόπτω
διανακύπτω
View word page
διαμωλύω
soften, mollify
ShortDef
soften, mollify
Debugging
Headword:
διαμωλύω
Headword (normalized):
διαμωλύω
Headword (normalized/stripped):
διαμωλυω
IDX:
21530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21531
Key:
Data
{'content': 'soften, mollify'}