Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαμύδησις
διαμύθησις
διαμυθολογέω
διαμυκτηρίζω
διαμυλλαίνω
διαμύσσω
διαμφιβάλλω
διαμφίδιος
διαμφίς
διαμφισβητέω
διαμφισβήτησις
διαμφοδέω
διαμφόδησις
διαμωκάομαι
διαμώκησις
διαμωλύω
διαναβάλλω
διαναβολή
διαναγιγνώσκω
διαναγκάζω
διανάγκασις
View word page
διαμφισβήτησις
a disputing, dispute

ShortDef

a disputing, dispute

Debugging

Headword:
διαμφισβήτησις
Headword (normalized):
διαμφισβήτησις
Headword (normalized/stripped):
διαμφισβητησις
IDX:
21525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21526
Key:

Data

{'content': 'a disputing, dispute'}