Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαμονομαχέω
διάμονος
διάμορφος
διαμορφοσκοπέομαι
διαμορφόω
διαμόρφωσις
διαμορφωτικός
διάμοτον
διαμοτόω
διαμπάξ
διαμπερές
διαμπερέως
διαμπερής
διαμυδαίνω
διαμυδαλέος
διαμυδάω
διαμύδησις
διαμύθησις
διαμυθολογέω
διαμυκτηρίζω
διαμυλλαίνω
View word page
διαμπερές
through and through, right through, clean through

ShortDef

through and through, right through, clean through

Debugging

Headword:
διαμπερές
Headword (normalized):
διαμπερές
Headword (normalized/stripped):
διαμπερες
IDX:
21509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21510
Key:

Data

{'content': 'through and through, right through, clean through'}