Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαμάρτημα
διαμαρτητέον
διαμαρτία
διαμαρτυρέω
διαμαρτυρία
διαμαρτύρομαι
διαμασάομαι
διαμάσημα
διαμάσησις
διαμασητέον
διαμασητός
διαμάσσω
διαμαστιγόω
διαμαστίγωσις
διαμαστροπεύω
διαμασχαλίζω
διαμαχετέον
διαμάχη
διαμάχησις
διαμαχητέος
διαμάχομαι
View word page
διαμασητός
fit for chewing

ShortDef

fit for chewing

Debugging

Headword:
διαμασητός
Headword (normalized):
διαμασητός
Headword (normalized/stripped):
διαμασητος
IDX:
21421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21422
Key:

Data

{'content': 'fit for chewing'}