Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαλύτρωσις
διαλύω
διαλφιτόω
διαμαγεύω
διαμαθύνω
διαμάλαξις
διαμανθάνω
διαμαντεία
διαμαντεύομαι
διάμαξος
διαμάρανσις
διαμαρτάνω
διαμάρτημα
διαμαρτητέον
διαμαρτία
διαμαρτυρέω
διαμαρτυρία
διαμαρτύρομαι
διαμασάομαι
διαμάσημα
διαμάσησις
View word page
διαμάρανσις
wasting away

ShortDef

wasting away

Debugging

Headword:
διαμάρανσις
Headword (normalized):
διαμάρανσις
Headword (normalized/stripped):
διαμαρανσις
IDX:
21409
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21410
Key:

Data

{'content': 'wasting away'}