Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαλυπέω
διάλυσις
διαλυσίφιλος
διάλυσος
διαλυτέον
διαλυτέος
διαλυτής
διαλυτικός
διαλυτός
διάλυτος
διαλύτρωσις
διαλύω
διαλφιτόω
διαμαγεύω
διαμαθύνω
διαμάλαξις
διαμανθάνω
διαμαντεία
διαμαντεύομαι
διάμαξος
διαμάρανσις
View word page
διαλύτρωσις
ransom
ShortDef
ransom
Debugging
Headword:
διαλύτρωσις
Headword (normalized):
διαλύτρωσις
Headword (normalized/stripped):
διαλυτρωσις
IDX:
21399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21400
Key:
Data
{'content': 'ransom'}