Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαλυγίζω
διαλυμαίνομαι
διαλυπέω
διάλυσις
διαλυσίφιλος
διάλυσος
διαλυτέον
διαλυτέος
διαλυτής
διαλυτικός
διαλυτός
διάλυτος
διαλύτρωσις
διαλύω
διαλφιτόω
διαμαγεύω
διαμαθύνω
διαμάλαξις
διαμανθάνω
διαμαντεία
διαμαντεύομαι
View word page
διαλυτός
capable of dissolution

ShortDef

capable of dissolution

Debugging

Headword:
διαλυτός
Headword (normalized):
διαλυτός
Headword (normalized/stripped):
διαλυτος
IDX:
21397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21398
Key:

Data

{'content': 'capable of dissolution'}