Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

διαλοξεύω
διάλοξος
δίαλσις
διαλυγίζω
διαλυμαίνομαι
διαλυπέω
διάλυσις
διαλυσίφιλος
διάλυσος
διαλυτέον
διαλυτέος
διαλυτής
διαλυτικός
διαλυτός
διάλυτος
διαλύτρωσις
διαλύω
διαλφιτόω
διαμαγεύω
διαμαθύνω
διαμάλαξις
View word page
διαλυτέος
one must dissolve

ShortDef

one must dissolve

Debugging

Headword:
διαλυτέος
Headword (normalized):
διαλυτέος
Headword (normalized/stripped):
διαλυτεος
IDX:
21394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21395
Key:

Data

{'content': 'one must dissolve'}