Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
διαλογικός
διαλογισμός
διαλογιστέον
διαλογιστικός
διάλογος
διαλοιδορέομαι
διαλοιδόρησις
διαλοξεύω
διάλοξος
δίαλσις
διαλυγίζω
διαλυμαίνομαι
διαλυπέω
διάλυσις
διαλυσίφιλος
διάλυσος
διαλυτέον
διαλυτέος
διαλυτής
διαλυτικός
διαλυτός
View word page
διαλυγίζω
twist about
ShortDef
twist about
Debugging
Headword:
διαλυγίζω
Headword (normalized):
διαλυγίζω
Headword (normalized/stripped):
διαλυγιζω
IDX:
21387
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-21388
Key:
Data
{'content': 'twist about'}